Αμόκ - Στέφαν Τσβάιχ
Γειά και χαρά, Χαρά εδώ!
Στο σημερινό post θα σας γράψω για ένα βιβλίο που αποτελεί ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία, και ανήκει σε έναν από τους πιο αγαπημένους μου συγγραφέις, τον Στέφαν Τσβάιχ. Δεν είναι άλλο από το Αμόκ.
STEFAN ZWEIG - ΑΜΟΚ |
Το Αμόκ, είναι ένα από τα πιο δημοφιλή διηγήματα του Τσβάιχ, και δημοσιεύτηκε το 1922, και αποτελεί και την εκτενέστερη ιστορία του, πραγματεύται την απώλεια της λογικής, και όπως λέει και ο τίτλος , το Αμόκ που μπορεί να κυριέυσει έναν άνθρωπο και να τον οδηγήσει στην καταστροφή.
Η ιστορία ξεκινάει με τον αφηγητή, να μας διηγείται πώς ήταν μάρτυρας ενός περιστατικού που διαδραματίστηκε αρκετά χρόνια πριν, στο καράβι Ωκεανία. Μεταφερόμαστε λοιπόν στο παρελθόν, και στη νύχτα που ο αφηγητής μας, άκουσε την ιστορία - εξομολόγηση ενός γιατρού, με τον οποίον μοιράστηκαν την ίδια καμπίνα.
Ο γιατρός, εργαζόταν απομονωμένος στα βάθη στης Ινδίας, εκτελώντας το ιατρικό και ηθικό του καθήκον, ως τη στιγμή που μια άγνωστη γυναίκα χτύπησε την πόρτα του. Η γυναίκα αυτή, με περίσσια αυτοπεποίθηση, ζήτησε από τον γιατρό κάτι που είχαν ζητήσει και άλλες, μια επέμβαση, προκειμένου να ρίξει το παιδί που κουβαλούσε μέσα της. Ο γιατρός, μην μπορώντας να αναγνωρίσει το γιατί, κόλλησε με αυτή τη γυναίκα, η οποία θα του πρόσφερε ένα τεράστιο χρηματικό ποσό για να την βοηθήσει. Έπαθε Αμόκ μαζί της, της ρίχτηκε, την κυνήγησε και την έδιωξε από κοντά του. Ως τη στιγμή που τυχαία βρέθηκε και πάλι κοντά της. Εκείνη, αρκετά εγωίστρια, εκείνος μετανιωμένος, το αποτέλεσμα δυσαρεστο... Προκειμένου να μην ακοκαλύψει το μυστικό της, με τη βοήθεια μιας υπηρέτριας, βρέθηκε ξαπλωμένη να σφαδάζει στους πόνους. Η βοήθεια του γιατρού, τελευταία στιγμή, δεν ήταν αρκετή. Το βάρος και οι τύψεις του όμως, δυσβάσταχτα. Και μια τελευταία υπόσχεση...Να κρατήσει το μυστικό της, και να διαφυλάξει την υπόληψη της, ακόμη και μετά τον θάνατό της... Και κάπως έτσι, βρέθηκε σε εκείνο το καράβι, μαζί με το φέρετρο και το πτώμα της γυναίκας, και τον άντρα της που αποζητούσε την αλήθεια, αποφασισμένος να διαφυλάξει το μυστικό και να κρατήσει την υπόσχεση του, με κάθε τρόπο...
Άλλο ένα διήγημα που με άφησε άναυδη. Δεν έχω να πω πολλά για τον Τσβάιχ, ούτε και να τον κρίνω φυσικά, απλά χαίρομαι και νιώθω ευγνώμων που τον ανακάλυψα. Μιλάει κατευθείαν στην καρδιά μου... Αγαπώ την εμμονή του να δημιουργεί περιθωριακούς, μοναχικούς χαρακτήρες με ευαισθησίες, ακόμα και όταν αγγίζουν το όριο της τρέλας, είναι τόσο μακρινοί και οικείοι, σε κάνουν να κολλάς μαζί τους και να τους συμπονάς. Φτάνουν στο κατώτατο σημείο και σε παρασύρουν ,κάνοντας βουτιά στις πιο μειλίχιες σκέψεις, στα μικρά και μεγάλα μυστικά, στα σκοτεινά μονοπάτια του μυαλού, και στα δαιδαλώδη μονοπάτια του , που προσπαθούν να ξεφύγουν από τον δρόμο της λογικής.
*
Λοιπόν το αμόκ… Να τι είναι το Αμόκ: ένας Μαλαίσιος, ένας οποιοσδήποτε αγαθός και καλός Μαλαίσιος, κάθεται ήρεμα και πίνει ήρεμα το ποτό του… κάθεται ξεγνοιαστος και αδιάφορος για όλα, όπως καθόμουν και εγώ στην κάμαρά μου… και άξαφνα πετιέται επάνω, αρπάζει το μαχαίρι κι ορμάει στον δρόμο… Τρέχει ίσια μπροστά του, διαρκώς μπροστά του, χωρίς να ξέρει πού πηγαίνει…. Ό,τι βρεθεί στον δρόμο του, άνθρωπο ή ζώο, το σκοτώνει, κι η μυρωδιά από το αίμα τον τρελαίνει χειρότερα… Ενώ τρέχει, το στόμα του γεμιζει αφρούς, ουρλιάζει σαν δαιμονισμένος… Ωστόσο τρέχει, τρέχει διαρκώς, χωρίς να βλέπει μήτε δεξιά , μήτε αριστερά του, βγάζοντας μια διαπεραστική κραυγή, ενώ κρατάει στο χέρι το ματωμένο μαχαίρι του. Οι άνθρωποι στα χωριά ξέρουν πως καμία δύναμη στον κόσμο, δεν μπορεί να τον σταματήσει και, μόλις τον δουν να έρχεται, φωνάζουν απ'όσο πιο μακριά μπορούν : ''Αμόκ! Αμόκ!'' κι όλοι κρύβονται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου